Πέμπτη 16 Μαρτίου 2017

Mystic River


Μεταφρασμένος Τίτλος: Το σκοτεινό ποτάμι

Είδος: Αστυνομική
Διάρκεια: 139’
Χρονολογία: 2003





  • Συντελεστές:


Director: Clint Eastwood
Writers: Brian Helgeland (screenplay), Dennis Lehane (novel)
Stars: Sean Penn, Tim Robbins, Kevin Bacon

  • Πλοκή:


Τρεις παιδικοί φίλοι συναντιούνται μετά από 25 χρόνια για να εξιχνιάσουν ένα τραγικό έγκλημα. Ο Sean, ο David και ο Jimmy συνδέονται με αφορμή τη δολοφονία της κόρης του τελευταίου. Ο Sean ήταν ο αστυνομικός που επιτηρούσε την περιοχή όπου έγινε το έγκλημα, ενώ ο Jimmy, πρώην κατάδικος, θέλει απελπισμένα να πάρει το νόμο στα χέρια του.

  • Παραλειπόμενα:


Εισιτήρια τριημέρου πρεμιέρας στην Αθήνα (20/2-23/2): 44.000
Συνολικά Εισιτήρια στην Αθήνα: 203.000
Συνολικά Εισιτήρια στην Ελλάδα: 306.000



Ο Eastwood μόλις διάβασε το best seller βιβλίο του Dennis Lehane, αποφάσισε να το γυρίσει σε ταινία. «Με την πρώτη ανάγνωση κατάλαβα ότι θα γινόταν πολύ καλή ταινία. Έχει σύνθετους χαρακτήρες, ενδιαφέροντες και καλά δομημένους. Έχει να κάνει με αληθινούς ανθρώπους οι οποίοι καλούνται να αποδείξουν ποιοι είναι κάτω από σκληρές καταστάσεις. Αυτό πρέπει να γίνει με σωστό τρόπο και να προσδίδει αλήθεια».

Το Σκοτεινο Ποταμι αναφέρεται στην ιστορία τριών αγοριών και στα γεγονότα που σημάδεψαν την παιδική τους ηλικία και διαμόρφωσαν το μέλλον τους. Παρουσιάζει τις σκληρές και τελεσίδικες αποφάσεις που πρέπει να πάρουν, να παλέψουν με τους προσωπικούς τους δαίμονες και να υποστούν τις δυσάρεστες συνέπειες.

«Οι ταινίες μυστηρίου και φόνου συνήθως σε καλούν να λύσεις το έγκλημα», λέει ο Eastwood, «αλλά αυτή η ιστορία παρουσιάζει τις ζωές των πρωταγωνιστών να αλλάζουν μέσα από ένα έγκλημα» Όταν ο Eastwood άρχισε να ψάχνει σεναριογράφο για τη μεταφορά του βιβλίου, αμέσως σκέφτηκε τον Brian Helgeland. «Του άρεσε το βιβλίο πολύ, έτσι τον παρότρυνα να γράψει κάτι. Σε δύο βδομάδες είχε κάνει ένα προσχέδιο, το οποίο όταν το διάβασα ένιωσα ότι πρόκειται για μια εκπληκτική ερμηνεία ενός πολύπλοκου βιβλίου, με πολλούς διαλόγους και λεπτομέρειες».

Στη συνέχεια ο Eastwood άρχισε να ψάχνει για τους ηθοποιούς. Πρόθεσή του ήταν να υπάρχει ποιότητα χωρίς συμβιβασμούς και αμέσως ένα διακεκριμένο καστ έκανε την εμφάνισή του. «Έστειλα το σενάριο στον Sean Penn και το αγάπησε αμέσως. Στη συνέχεια τηλεφώνησε ο Tim Robbins και όπως πέρναγαν οι μέρες, όλο και περισσότεροι προστίθεντο. Η Marcia Gay Harden και η Laura Linney είναι καταπληκτικές ηθοποιοί, με τις οποίες έχω δουλέψει στο παρελθόν. Ήταν μια καταπληκτική εμπειρία, αφού όλοι συντονίστηκαν τόσο καλά μεταξύ τους».

Η αλήθεια είναι λαμπερή. Τέσσερις ηθοποιοί ήταν υποψήφιοι για βραβεία Όσκαρ: ο Sean Penn, ο Tim Robbins, η Laura Linney και η Marcia Gay Harden. «Δεν πιστεύω ότι θα μπορούσα να βρω καλύτερο ηθοποιό για τον κάθε ρόλο. Ο Sean, ο Tim, ο Kevin, ο Laurence, η Laura και η Marcia είναι απλά τρομεροί, δεν είχα καμία αμφιβολία για το ταλέντο τους». Στον αντίποδα, το καστ ήξερε ότι ήταν σε πολύ ικανά χέρια. «Όλοι μας είχαμε την αίσθηση ότι η αφήγηση του Eastwood θα επέφερε στην ταινία μια ξεκάθαρη ταπεινότητα,» αναφέρει χαρακτηριστικά ο Penn. «Έτσι, διαβάζαμε το σενάριο με τέτοιο τρόπο ώστε να γίνουμε όσο πιο οικείοι μπορούσαμε με την ιστορία. Με αυτόν τον τρόπο, όταν θέλαμε να αποφασίσουμε για την χροιά του χαρακτήρα ή για τις επιλογές του κάναμε κάποιες μικρές συζητήσεις με τον Clint αντί να ανατρέχουμε στο σενάριο. Γίνεται πιο ξεκάθαρη, πιο κατηγορηματική η διαδικασία επειδή γνωρίζεις ότι σε κάθε σκηνή θα δώσεις όλα όσα έχεις».


«Το βασικό συστατικό στην ταινία αυτή είναι ο Eastwood», ομολογεί ο Robbins. «Είναι ένας αληθινός καλλιτέχνης από κάθε άποψη. Παρόλο που βρίσκεται τόσα χρόνια στην κορυφή και τις τόσες θρυλικές ταινίες που έχει κάνει, μας έκανε να αισθανόμαστε άνετα και να μας εκτιμάει, ως συνεργάτες και ως όμοιους του. Ποτέ δεν του βγήκε αυτός ο θρύλος, δε μας ζήτησε να τον θαυμάσουμε, αν και το κάναμε μόνοι μας, ήταν πολύ μεγάλη εμπειρία. Όλοι ήταν καταδεκτικοί και αισθανόσουν σα να έκανες την πρώτη σου ταινία».




«Το Σκοτεινο Ποταμι έχει να κάνει με αφάνταστο πόνο,» λέει ο Sean Penn. «Είδα τον εαυτό μου να πνίγεται από την ιστορία αλλά και από τους άλλους ηθοποιούς. Περάσαμε πολλές ώρες μαζί, διαβάζοντας το σενάριο και ψάχναμε να βρούμε κάτι γαλήνιο μέσα από τις καταστάσεις που συμβαίνουν και τις αποφάσεις που παίρνονται. Η δουλειά μας ήταν να κάνουμε αυτές τις αδιανόητες και επίπονες καταστάσεις να κατανοούνται με δραματικό τρόπο.»

«Ο ρόλος που παίζω είναι αυτός ενός… ζόμπι!» λέει χαρακτηριστικά ο Kevin Bacon. Στην πραγματικότητα είναι ένας αστυνομικός που έχει αναλάβει δολοφονίες, ενώ στην προσωπική του ζωή είναι τελείως μόνος του γιατί τον έχει εγκαταλείψει η γυναίκα του. «Δεν έχω κανέναν φίλο, δεν βγαίνω καθόλου έξω και το μόνο που κάνω είναι να ψάχνω για δολοφόνους». Ο μόνος θεωρητικά φίλος του είναι ο συνάδελφός του, τον οποίο ερμηνεύει ο Fishburne. «Ένα σημείο που θέλαμε να τονίσουμε με τον Fishburne είναι η χημεία μεταξύ μας και η πολυπλοκότητα της σχέσης τους. Είμαστε δύο αποφασισμένοι αστυνομικοί που θέλουν να διαλευκάνουν το μυστήριο, ενώ εγώ κάνω μια βόλτα στο παρελθόν».

Ο Fishburne δίνει έμφαση στην σχέση τους που δίνει δύναμη στην επιτυχία τους. «Έτσι όπως το βλέπω εγώ, ο Penn είναι παντρεμένος με την Linney, ο Robbins με τη Harden και εγώ με τον Bacon! Η σχέση που έχουν οι αστυνομικοί είναι σα γάμος».

Ο Eastwood ήταν άκαμπτος στην επιλογή της Βοστώνης για τα γυρίσματα της ταινίας. Ακόμα και η μουσική ηχογραφήθηκε από τη Συμφωνική Ορχήστρα της Βοστώνης. «Το ποτάμι δε μπορούσε να είναι άλλο εκτός από αυτό της Βοστώνης».

Το μπαράκι Black Emerald, το οποίο βρίσκεται στην όχθη του ποταμού με μια καταπληκτική θέα στην πόλη, κατασκευάστηκε από την αρχή σε ένα βιομηχανικό κομμάτι, για να ταιριάζει στην ιστορία. Εκτός από το μπαρ, και όλα τα υπόλοιπα κατασκευαστικά έργα και διακοσμήσεις εσωτερικών χώρων ανήκουν στον βραβευμένο σχεδιαστή παραγωγής Henry Bumstead.

Ο καιρός ήταν κάτι που μπορούσε να φέρει εμπόδιο στην πραγματοποίηση της ταινίας, αφού οι συνεχείς βροχές και το τσουχτερό κρύο καθυστερούσαν κάποιες σκηνές. Όμως, η επαγγελματικότητα όλων των συντελεστών δεν επέτρεψε κάτι τέτοιο να συμβεί. «Έχω πολύ καλούς ηθοποιούς και βοηθούς, έτσι ο καιρός ή κάτι άλλο δεν είναι εμπόδιο για την επιτυχία της ταινίας», αναφέρει ο Eastwood.


Ο Eastwood όμως συνάντησε δυσκολίες με το στούντιο, για να το πείσει να κάνει αυτή την ταινία. Έτσι βρήκε μια πολύ αντι-Hollywood λύση: «Είπα ότι δε θα πάρω τίποτα από αυτή την ταινία ή έστω να μου δώσουν ότι θέλουν. Είναι αστείο το γεγονός ότι μετά από 33 χρόνια στον κινηματογράφο, δέχτηκα τον μισθό μου όπως ακριβώς όταν ξεκίνησα».

Ο Eastwood είναι διάσημος στους ηθοποιούς για τον ανορθόδοξο τρόπο σκηνοθεσίας του, κάτι που αποκόμισε από τότε που ήταν ηθοποιός. Ποτέ δε θα τον ακούσεις να λέει τα τυπικά «Κάμερα, πάμε», αλλά «Εντάξει, ξεκινάμε» ή «Μάγκες, όποτε είσαστε έτοιμοι». Ο Eastwood είναι μοναδικός και για το γεγονός ότι του αρέσουν οι λήψεις με τη μία. «Μου αρέσει ο αυθορμητισμός και το φρέσκο στην πρώτη σκηνή. Το βλέπεις μπροστά σου και αμέσως το έχεις, αυτό ήταν.» Τι γίνεται όμως όταν δεν το έχεις με τη μία; Η Marcia Gay Harden το έμαθε από πρώτο χέρι: «Γυρίζαμε μια σκηνή στη βροχή και σκέφτηκα "ΟΚ, είμαι στη βροχή και κλαίω, κλαίω όπως η βροχή". Με το που λέει "Όποτε είσαι έτοιμη ξεκινάμε" αρχίζω να κλαίω και να τρομάζω για να τον εντυπωσιάσω. Με το που τελειώνει η σκηνή και λέω τώρα θα μου πει "Ήσουν καταπληκτική, ευχαριστώ", μου λέει "Marsh, μπορείς να το ξανακάνεις, αλλά πιο ταπεινά και ήσυχα;" συνειδητοποιώ ότι δεν είμαι η βροχή. "Ούτε καν η ομίχλη", μου λέει».


Δεν υπήρχαν καθόλου πρόβες, έτσι όλοι ήταν λίγο νευρικοί. Μαζευόντουσαν στο δωμάτιο κάποιου το προηγούμενο βράδυ και απλά διαβάζαν το σενάριο. Ο Penn θυμάται έντονα τη σκηνή όπου πάει στο πάρκο να δει αν είναι η κόρη του. «Την πρώτη φορά ήμουν λίγο άγριος και αυτό οφειλόταν στη νευρικότητά μου. Την τρίτη και τελευταία φορά όμως, έμοιαζε σα να είχαμε ομάδα ράγκμπι και με τη μία 18 αστυνομικοί μας είχαν στριμώξει, χωρίς να μπορούμε να κουνηθούμε. Ευτυχώς κανένας δεν τραυματίστηκε και εγώ το πήγα όσο πολύ ήθελα.»

Παρόλο που αυτή η σκοτεινή ταινία φόβισε πολλούς παραγωγούς στούντιο, έκανε εισπράξεις στην Αμερική γύρω στα 70 εκατομμύρια δολάρια, περίπου τα διπλάσια από ότι στοίχησε. Έτσι, ο Eastwood πήρε την επιταγή του και πραγματοποίησε και την επιθυμία του. «Δεν ήθελα τα λεφτά αλλά να βγει αυτή η ταινία με την ατμόσφαιρα που έχει». Δεν είναι εκπληκτικό.

  • Trivia



Η πρώτη προβολή της ταινίας ήταν στις 23 Μαΐου 2003, στο φεστιβάλ των Καννών. Έχει μαζέψει τον τελευταίο σχεδόν χρόνο πάρα πολλά βραβεία, συμπεριλαμβανομένων των δύο Όσκαρ πρόσφατα.

Είναι συμπαραγωγή της εταιρείας του Eastwood, Malpaso Productions και της Village Roadshow Productions. Η παραγωγή της ταινίας ξεκίνησε στις 26 Σεπτεμβρίου 2002 και μετά από 39 μέρες ολοκληρώθηκε.

Ο συγγραφέας του Σκοτεινού ποταμιού, Dennis Lehane έχει και αυτός έναν μικρό cameo ρόλο στην ταινία. Παίζει έναν πολιτικό ο οποίος χαιρετάει τον κόσμο από το πίσω κάθισμα ενός ανοιχτού αυτοκινήτου.

Οι ταινίες που έχει σκηνοθετήσει ο Clint Eastwood, βασίζονται – οι περισσότερες – σε κάποιο βιβλίο.

Πόσοι από εσάς γνωρίζουν ότι η μουσική για το Σκοτεινο Ποταμι είναι του Clint Eastwood;

  • Κριτικές:


1. Η συνάντηση τριών παιδικών φίλων, με αφορμή την δολοφονία της κόρης του ενός, ζωντανεύει τα ένοχα μυστικά του παρελθόντος. Ο γερο- Eastwood ανακατεύει θεμελιώδη μοτίβα της κλασικής, σφιχτής αμερικάνικης δραματουργίας και χρησιμοποιεί το άλλοθι του whodunit. Το υπόστρωμα όμως αποδεικνύεται σκανδαλωδώς αμοραλιστικό, και η κορύφωση σχεδόν δοκιμάζει την ηθική του θεατή. Σαρδόνιο, εφιαλτικό σχόλιο για τους μηχανισμούς συγκάλυψης που επιστρατεύει η ανθρώπινη συνείδηση και κατ’ επέκταση μια ολόκληρη κοινωνία. Αξέχαστη η φιγούρα του Tim Robbins, ενός ζωντανού-νεκρού που περιμένει καρτερικά τη λύτρωση.



2. Έχω καιρό να ενθουσιαστώ έτσι για ένα δράμα χαρακτήρων. Ίσως η τελευταία φορά να ήταν για το Magnolia, του P.T Anderson (πολύ λιγότερο για το In the Bedroom). Και να, το Mystic River, παρουσιάζεται πλέον ως μια από τις καλύτερες ταινίες της χρονιάς -αν όχι η καλύτερη.

Η εισαγωγή της ταινίας είναι σύντομη και ανατριχιαστική: Τρεις μικροί φίλοι, ο Sean, o Jimmy και ο Dave, που παίζουν χόκευ σε μια γειτονιά της Βοστόνης, αποφασίζουν να γράψουν για πάντα τα ονόματα τους στο τσιμέντο του πεζοδρομίου. Δυο άτομα που δηλώνουν αστυνόμοι τους κάνουν παρατήρηση και διατάζουν τον David να ανέβει στο αυτοκίνητο τους. Είναι η τελευταία φορά που «βλέπουμε» τον David Boyle, οι δύο αστυνομικοί είναι δυο παιδεραστές που θα ασελγήσουν πάνω του, καταστρέφοντας του τη ζωή.

25 χρόνια μετά.
Οι φίλοι έχουν χαθεί. Ο Jimmy (Sean Penn), με κακοποιό παρελθόν έχει ένα μικρό μπακάλικο, ο Sean (Kevin Bacon) είναι ντετέκτιβ, ενώ ο David (Tim Robbins), ακόμα φέρνει εμφανή τα καταστροφικά σημάδια της περιπέτειας του. Οι τρεις τους όμως θα ξαναβρεθούν, όταν η μεγαλύτερη κόρη του Jimmy βρεθεί νεκρή -ενώ το βράδυ του φόνου ο David επιστρέφει στη γυναίκα του (Marcia Gay Harden) ματωμένος.

Ο Eastwood, σε εξαιρετική φόρμα μετά τις άστοχες περιπετειούλες του συρμού (βλέπε Blood Work), ξεκινάει με σταθερά θεμέλια. Η ταινία είναι βασισμένη στο ομώνυμο best seller του Dennis Lehane (πιθανότατα το καλύτερο του μαζί με το Darkness Take My Hand), ενώ το σενάριο είναι του Brian Helgeland (L.A. Confidential). Φυσικά εκεί που η ταινία απογειώνεται είναι στις ερμηνείες του καστ: Ο Sean Penn δίνει την ερμηνεία της ζωής του και κλέβει την παράσταση όποτε εμφανίζεται στην οθόνη, σε ένα από τα πιο επιτυχημένα πορτραίτα θλίψης και παγερής αποφασιστικότητας που έχουμε δει ποτέ. Ο παρεξηγημένος αυτός ηθοποιός, δεν γίνεται να αγνοηθεί για αυτή τη μεγαλειώδη του παρουσία. Ακολουθεί κατά πόδας η καταπληκτική Marcia Gay Harden, στον αμέσως δραματικότερο ρόλο της ταινίας, αυτό της εύθραυστης και τρομαγμένης συζύγου του David. Συμπαγής και η υποστήριξη από την Laura Linney (στην οποία δεν δίνεται πολύς κινηματογραφικός χρόνος) ενώ ο Kevin Bacon αποδεικνύει ότι του αξίζουν πολύ καλύτεροι ρόλοι από αόρατους ανθρώπους. Μαζί του, ο Fishburne ξεφεύγει επιτέλους από τον υπέρ-σοβαρό ρόλο του Morpheus. Το μεγαλύτερο αίνιγμα είναι η ερμηνεία του Robbins, ο οποίος φαίνεται να προσπαθεί πολύ σκληρά για να πείσει, ως ο ψυχολογικά σημαδεμένος David. Αρκετά επιτηδευμένη ερμηνεία, που δεν ικανοποιεί και μάλλον θα του στοιχίσει την πιθανή nomination.

O Eastwood φαίνεται να βολεύεται μια χαρά πίσω από την κάμερα. Ο κεντρικός χαρακτήρας της ταινίας, αυτός του Penn, ένας άντρας που αναγκάζεται να βυθιστεί ξανά στο εγκληματικό παρελθόν του, δεν είναι πολύ μακριά από τον William Munny του Unforgiven, και ο Eastwood δεν έχει πρόβλημα στην παρουσίαση χαρακτήρων στην παρακμή τους. Η κάμερα επικεντρώνεται στο καστ, όπως θα έπρεπε φυσικά, αφού πρόκειται για ένα είδος στο οποίο οι ηθοποιοί είναι τα πάντα. Παρόλα αυτά, καταφέρνει αν χειριστεί πολύ καλά και το αστυνομικό μέρος της ταινίας, μιας και το Mystic River μπορεί να διαβαστεί σε δύο επίπεδα. Δράμα πολλαπλών χαρακτήρων αλλά και αστυνομικό θρίλερ. Αυτή είναι και η λιγότερο ικανοποιητική πλευρά του, μιας και το υποψιασμένο -σε αστυνομικά θρίλερ- κοινό δεν θα βρει αληθοφανή την λύση του μυστηρίου. Αυτό ίσως είναι το μόνο που μπορώ να καταλογίσω στην ταινία, μαζί με το κάποιες φορές βαρύ σενάριο του Helgeland, o οποίος παρόλα αυτά παίρνει την σωστή απόφαση να επενδύσει στους χαρακτήρες και λιγότερο στο μυστήριο. Γι’ αυτό και το Mystic River είναι μια σπάνια ταινία, μια ταινία που περνάει όλη τη γκάμα των ανθρώπινων συναισθημάτων (εκτός απ τη χαρά), που παρουσιάζει ωμούς και ρεαλιστικούς χαρακτήρες να παλεύουν με τις ψευδαισθήσεις και τις ενοχές τους, και κλείνει με μια γνήσια αρχαιοελληνική τραγική ειρωνεία. Δεν έχετε καμία δικαιολογία για να χάσετε αυτή την ταινία.

3. Αν το πρόσωπο του Clint Eastwood μπροστά από την κάμερα των δεκαετιών που πέρασαν είχε να δείξει κυρίως στυγνά βλέμματα και κακοτράχαλες ουλές, τότε το τωρινό του σκηνοθετικό άγγιγμα χρωστάει με το δίκιο του την επί οθόνης κατάθεση του εξωστρακισμένου – σαν σφαίρα - συναισθηματικού φορτίου. Γιατί όταν κανείς εμπιστεύεται μια μεστή σεναριακή μετουσίωση μυθιστορήματος (ενάρετη η πένα του Brian Helgeland) στην ικανότητα ενός πρωταγωνιστή (Sean Penn) να τσακίζει με την παρουσία του - και μόνο - τα όρια του κινηματογραφικού κάδρου, σε ένα σχεδόν ανεξήγητης χημείας επιτελείο ηθοποιών (προορισμένων λες να επαναπροσδιορίσουν τόσο την αξία της υποκριτικής τους φόρμας όσο και το κλισέ του «εύστοχου cast») και στην προσωπική του μαστοριά να αρθρώνει φιλμικό λόγο μετρημένο και ευλαβικό, τότε μοιραία η ειλικρίνεια είναι πηγαία. Τι κι αν η αστυνομική πτυχή του story αποδεικνύεται ένας άψογος μανδύας; Η ουσία αυτής της noir ελεγείας κρύβεται εκεί που η κάμερα σκύβει άλλοτε με συμπάθεια κι άλλοτε με εκδίκηση πάνω από τα δοκιμασμένα πρόσωπα για να αδράξει τον οργισμένο πόνο και την ενοχή τους. «Η ουσία κρύβεται στην κόψη του φωτός με το σκοτάδι» μοιάζει να λέει πέρα και πάνω από κάθε ατάκα το πιο ανήδονης συναισθηματικά απόχρωσης πλάνο του -σπαρακτικού- Tim Robbins (θα καταλάβετε ποιο είναι αμέσως μόλις το αντικρίσετε). Με το Mystic River κλείνει μπροστά και πίσω από την κάμερα ένας κύκλος ζωής: κουβαλώντας την ανάμνηση μιας παιδικής φιλίας, οι σημαδεμένες ζωές τριών ανδρών ξανασμίγουν μπροστά σε ένα νέο «αμάρτημα» και ο άνθρωπος που εμφυσά θλιμμένη πνοή στις ζωές αυτές παύει πλέον να υποτιμά το θάνατο πάνω στο φιλμ.


Δώστε χώρο στις λέξεις που γράφει με τον φακό του ο Clint. Είναι οι σύνδεσμοί μας με το παρελθόν της κινηματογραφικής μας ευαισθησίας. Οι αναπνοές και οι λυγμοί πάνω στο πανί είναι τα σημεία στίξης και η ματιά του δημιουργού ο κόμπος στο λαιμό καθώς η ανάγνωση πνέει τα λοίσθια, αλλά και η απόδειξη πως το αμερικάνικο σινεμά δεν έπαψε να χτίζει με ένα - και μόνο - δράμα χαρακτήρων την αναγκαία και ικανή ψυχοπιεστική συνθήκη που ενδόμυχα κάθε θεατής αποζητά.

Δεν υπάρχουν σχόλια :